πάνω από 1.3 εκατομμύρια άτομα – πρόσφυγες και μετανάστες – κατευθύνθηκαν προς την Ευρωπαική Ένωση προσπαθώντας να δραπετεύσουν από τη πολεμική σύρραξη στις χώρες προέλευσης ή αναζητώντας μια καλύτερη και ασφαλέστερη ζωή. Η πλειοψηφία αυτών των ατόμων έκανε χρήση της λεγόμενης μεταναστευτικής οδού των Δυτικών Βαλκανίων. Φτάνοντας αρχικά στα Ελληνικά νησιά με βάρκες από την Τουρκία, στη συνέχεια κατευθύνθηκαν προς τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας, περνώντας μέσω της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) και καταλήγοντας στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη.
Ωστόσο, με την ενίσχυση των ελέγχων στα σύνορα των δύο χωρών αρχικά και κατόπιν με το οριστικό τους κλείσιμο, χιλιάδες άνθρωποι εγκλωβίστηκαν στα σύνορα. Στην προσπάθειά της να ανταποκριθεί στην ξαφνική και αυξημένη ανάγκη, ειδικά στο βορρά, η κυβέρνηση δημιούργησε καταυλισμούς στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και των γειτονικών περιοχών. Πολλοί από αυτούς τους καταυλισμούς έχουν κατηγορηθεί με δριμύτητα από την Ελληνική κοινωνία, εθνικές και διεθνείς ΜΚΟ για τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής, κακή ασφάλεια και έλλειψη βασικών αναγκών.
Μερικές χιλιάδες ανθρώπων εξακολουθούν να ζουν σήμερα σε σκηνές. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πολλοί έχουν προσβληθεί από δερματικές παθήσεις (ψώρα), μεταδοτικά νοσήματα (γρίπη) καθώς και πιο επικίνδυνα όπως ηπατίτιδα, η οποία έχει διαγνωστεί σε αρκετούς καταυλισμούς στη Βόρεια Ελλάδα. Η κατάσταση είναι επιτακτική για όλους, ειδικά για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες , όπως παιδιά, έγκυες γυναίκες, άτομα με χρόνιες παθήσεις και με ειδικές ανάγκες.